Όχι, πολύ πίσω, στο σχετικά κοντινό 2019, είχαμε ένα εξαιρετικό ”μπαμ” εάν μου επιτρέπετε να το χαρακτηρίσω έτσι, από ένα indie studio από το Μπορντό της Γαλλίας, το Asobo Studio. Μία σχετικά παλιά ομάδα, με παρουσία από το 2002 και αρκετή εμπειρία, η οποία μας παρουσίασε το A Plague Tale: Innocence, μία για τα δεδομένα του studio, εμβληματική single-player εμπειρία, με πρωταγωνιστές δύο αδέρφια. Την Amicia και τον Hugo. Kαι για να μπούμε λίγο στο κλίμα, ας δώσουμε μία σύνοψη του πρώτου παιχνιδιού, μιας και το Requiem αποτελεί την άμεση συνέχεια του πρώτου τίτλου.
Βρισκόμαστε στο 1348, βλέποντας την Amicia de Rune, μια 15χρονη Γαλλίδα ευγενής καταγωγής, που ζει στην Ακουιτανία κατά τη διάρκεια του Εκατονταετούς Πολέμου μεταξύ Αγγλίας και Γαλλίας. Ο 5χρονος αδελφός της, Hugo, ήταν άρρωστος από τη γέννησή του. Η μητέρα τους, η Βεατρίκη, μια αλχημίστρια, τον έχει κρύψει στο κτήμα τους ενώ προσπαθούσε να επινοήσει μια θεραπεία. Καθώς κυνηγούσε με τον πατέρα της Ρόμπερτ στο δάσος, η Amicia συναντά μια ασυνήθιστη ουσία στο έδαφος και ο σκύλος της Lion σκοτώνεται φρικτά από μια αόρατη οντότητα. Τα γαλλικά στρατεύματα της Ιεράς Εξέτασης, με επικεφαλής τον Λόρδο Νικόλαο, φτάνουν στο κτήμα de Rune αναζητώντας τον Hugo, εκτελώντας τον Robert και σφάζοντας τους υπηρέτες της οικογένειας. Η Beatrice βοηθά τα παιδιά της να δραπετεύσουν και δίνει εντολή στην Amicia να πάει τον Hugo σε έναν γιατρό που ονομάζεται Laurentius.
Τα παιδιά φεύγουν σε ένα κοντινό χωριό, όπου μαθαίνουν ότι ορδές αρουραίων έχουν διασκορπίσει τη μαύρη πανούκλα (γνωστή ως το ”The Bite”.)
Kαι κάπου εκεί αρχίζει η ιστορία να κυλά, με τα δύο αδέρφια να προσπαθούν να επιβιώσουν σε μία άκρως σκοτεινή εποχή. Ο Hugo αναρρώνει έπειτα από πολλά περιστατικά. Για λίγο όμως…
Όπως ανέφερα και πιο πάνω το A Plague Tale: Requiem, αποτελεί το άμεσο sequel του Innocence και προχωρά την ιστορία ακριβώς από εκεί που έμεινε το πρώτο παιχνίδι.
Στο Requiem βλέπουμε μία πιο ώριμη και σκληραγωγημένη Amicia, μία δυνατή νεαρή πλέον, όπου άμεσα, ακόμη και από το πρόσωπό της, διακρίνουμε, να την έχει αφήσει μία για πάντα ο φόβος, ο οποίος την είχε καταβάλει στο πρώτο παιχνίδι. Μέχρι και ο τόνος της φωνής της, μαρτυρά το παραπάνω.
Από την άλλη ο Hugo, και αυτός φανερά πιο μεγάλος (αν και δεν έχει περάσει μεγάλο χρονικό διάστημα ανάμεσα στα δύο παιχνίδια), φαίνεται να έχει συνηθίσει όλα αυτά τα άσχημα σκηνικά που εκτυλίσσονται γύρω του, και έτσι αντιμετωπίζει βάναυσα περιστατικά, με πιο ψύχραιμο τρόπο. Όμως η παιδική του αθωότητα συνεχίζει να υφίσταται. Αυτό που διακρίνεται από την πρώτη στιγμή είναι πως στο πρώτο παιχνίδι, τρέχανε να κρυφτούν από μπελάδες, τώρα έχουν την μάχη μέσα τους και είναι έτοιμοι να έρθουν πρόσωπο με πρόσωπο με τον θάνατο.
Μικρό ιστορικό πλαίσιο ώστε να καταλάβετε που βρισκόμαστε.
Έξι μήνες μετά τα γεγονότα του πρώτου παιχνιδιού, τα αδέρφια Amicia και Hugo de Rune πρέπει τώρα να ταξιδέψουν στη Νότια Γαλλία για να αναζητήσουν ένα νησί που μπορεί να προσφέρει θεραπεία για τη μυστηριώδη ασθένεια του αίματος του Hugo. Ο Hugo συχνά κατακλύζεται από τις νέες δυνάμεις του, ενώ η Amicia πρέπει να αντιμετωπίσει το συναισθηματικό τραύμα της δολοφονίας εχθρών και άλλων ενεργειών που γίνονται για να προστατεύσει τον εαυτό της και τον αδελφό της.
Και στην ουσία αυτό είναι το βασικό ιστορικό πλαίσιο του παιχνιδιού. Η γιγάντωση και η πέρα από κάθε φαντασία εξάπλωση των φονικών αρουραίων, αλλά και η παράλληλη γιγάντωση της ασθένειας του Hugo, η οποία πλέον συνδέεται άρρηκτα με τους αρουραίους. Σκοπός τους είναι να βρουν ένα νησί, το οποίο οραματίστηκε ο Hugo, προκειμένου να βάλουν τέλος στην ασθένεια του, η οποία είναι ικανή να τον σκοτώσει.
Το παιχνίδι όπως και το Innocence είναι ένα action adventure, με πολύ έντονο το stealth στοιχείο. Η Amicia, η οποία είναι και κατά κύριο λόγο, όπως και στο πρώτο παιχνίδι, ο main playable χαρακτήρας μας, αντιμετωπίζει πλέον πολύ πιο ισχυρούς εχθρούς. Άντρες με πανοπλίες, στρατιώτες, οπότε αυτό προφανώς δημιουργεί νέες προοπτικές στο gameplay και νέα tools, τα οποία φέρνουν φρέσκα πράγματα στην gameplay εμπειρία.
Για παράδειγμα, η Amicia μπορεί να σκοτώσει με μαχαίρια από πίσω εχθρούς, να χρησιμοποιήσει φυσικά την αγαπημένη της σφεντόνα, σε άτομα τα οποία δεν έχουν κάποιο κράνος στο κεφάλι, ή να σκοτώσει μονομιάς με την νέα της βαλλίστρα όποιον βρεθεί μπροστά της. Φυσικά, τα βέλη και τα μαχαίρια-λεπίδες που προανέφερα, δε δίνονται με το τσουβάλι, Ίσα ίσα, που θέλει αρκετό ψάξιμο και σωστή σκέψη για το πότε θα χρησιμοποιηθούν.
Εννοείται πως υπάρχουν και άλλοι τρόπο εξόντωσης εχθρών. H Αmicia, όντας κόρη μιας αλχημίστριας, έχει στο αίμα της, την κατασκευή χημικών ουσιών. Για παράδειγμα, μπορεί να κατασκευάσει βόμβες καπνού (extinguis) όπου σβήνουν την φωτιά, η οποία δημιουργεί φως και απομακρύνει τους αρουραίους. Εάν κάποιος εχθρός βρίσκεται κάτω υπό το φως αυτής, και εκείνη σβήσει, οι αρουραίοι τον κατασπαράζουν.
Ή το νεοσύστατο alchemy ”Odoris”, το οποίο εκσφενδονίζει η Amicia, και κάνει attract για λίγο τους αρουραίους, στο σημείο που έχει ενεργοποιηθεί, ώστε να τις ανοίξει τον δρόμο.
Στην εξίσωση μπαίνει και ο Hugo. Ο μικρός έχει έναν πιο αξιόπιστο τρόπο να σκοτώνει ανθρώπους, από την άλλη, και είναι οι αρουραίοι.
Οι αρουραίοι επιστρέφουν στο Requiem με μανία, εκδίκηση, και ενδεχομένως σε πενταπλάσιο συνολικό αριθμό, με ορδές βγαλμένες από το The Walking Dead. Ήταν ένα από τα πιο αξιομνημόνευτα χαρακτηριστικά του A Plague Tale: Innocence, ο τρόπος με τον οποίο εκτοξεύονταν από το έδαφος και καταβρόχθιζαν – οτιδήποτε στο πέρασμά τους. Το μισό παιχνίδι αφορούσε τους αινιγματικούς τρόπους σας γύρω από τους αρουραίους χρησιμοποιώντας το φως από τη φωτιά και τον ήλιο, που τους απωθεί.
Αλλά τώρα, ο Hugo μπορεί να ελέγξει τους αρουραίους, όπως ενδεχομένως να ξέρετε, αν παίξατε μέχρι το τέλος το πρώτου παιχνιδιού. Έχει επίσης και μια ικανότητα, με όνομα Ratsense που η Amicia μπορεί να χρησιμοποιήσει ως ένα είδος αισθητήρα, για να βλέπει προσωρινά τους κοντινούς εχθρούς και τα μονοπάτια περιπολίας τους. Και μέσω αυτού του Ratsense, μπορεί να βρει σμήνη αρουραίων και να τους χρησιμοποιήσει έναντι εχθρών ή ακόμη και να ανοίξει μονοπάτια για διάβαση.
Επίσης, πρέπει να αναφέρουμε εδώ πως υπάρχει ένας μετρητής, που γεμίζει, αν χρησιμοποιηθεί πολύ η δύναμη του Hugo, και αφήνει για λίγο εκτός δράσης την δύναμή του.
Να πούμε πως σε κάποια φάση, εντός του παιχνιδιού, παρέα με τα αδέρφια θα έρθει και ο Arnaud, ένας ιππότης-στρατιώτης, όπου αρχικά είχατε κάκιστη σχέση μαζί του, αλλά εν τέλει θα αποτελέσει κύριο σύμμαχο σας. Φυσικά, ο Arnaud, βοηθά και στη μάχη. Δίνοντας εντολή, μπορεί να τα βάλει με heavy armored εχθρούς αλλά αν περικυκλωθεί, θα πρέπει να τον βοηθήσετε, οπότε κρατάτε όσα περισσότερα βέλη μπορείτε, για την βαλλίστρα σας. Εάν πεθάνει, πεθαίνετε και εσείς και αρχίζετε πάλι από το τελευταίο save-checkpoint.
Στο παιχνίδι, αυτά τα νέα tools-toys, φέρνουν μία τόσο αναγκαία ενέργεια επιτυγχάνοντας τες, καθώς ο Arnaud σκοτώνει στρατιώτες, καθώς παράλληλα οι αρουραίοι του Hugo καταβροχθίζουν τους υπόλοιπους! Επίσης, η Amicia, έχει και νέες ικανότητες, όπως το ότι μπορεί να σπρώχνει τους αντιπάλους της σε αρουραίους και να τους σκοτώνει, κάτι σαν assassination.
Αυτό που θέλω να τονίσω και είναι κάτι το οποίο λάτρεψα στο gameplay, είναι, πως οι εχθροί δεν είναι εξαιρετικά έξυπνοι, αλλά το θέμα είναι, πόσο εύθραυστος είσαι εσύ ως παίκτης, στον κόσμο του παιχνιδιού και πως το παιχνίδι θέλει να σε τιμωρήσει σκληρά για να το υπογραμμίσει αυτό. Ότι παντού και πάντα είσαι ευάλωτος.
Και όλο αυτό φυσικά δημιουργεί ένα αλλεπάλληλο άγχος. Ναι, σε κάθε μου κίνηση μέχρι και να έρθουν τα ending credits ήμουν αγχωμένος, γιατί δεν ήξερα τι θα συμβεί και πως θα το αντιμετωπίσω.
Γενικά το gameplay νοιώθει αρκετά φρέσκο, αλλά παράλληλα τόσο οικείο, για όσους έχουν παίξει το πρώτο παιχνίδι. Θεωρώ πως έγιναν ”to the point” προσθήκες, που εξελίσσουν την φόρμουλα, ουσιαστικά
Περνάμε τώρα στον οπτικό τομέα, όπου εδώ έχουμε να πούμε αρκετά. Αυτό που έχει καταφέρει η Asobo εδώ, θεωρώ πως είναι για σεμινάριο.
Ξεκαθαρίζω πως το Review βασίζεται στην PC έκδοση και μιλάμε για ένα παιχνίδι το οποίο ζητά άκρως ικανά συστήματα, αλλά βλέπω το γιατί. Να αναφέρουμε πως το παιχνίδι, έρχεται με όλα τις τελευταίες τεχνολογίες αιχμής, όπως ray-tracing, DLSS 3 από την NVIDIA και άλλα πολλά. Στη Review έκδοση, το ray-tracing δεν ήταν διαθέσιμο, και θα προστεθεί την ημέρα του launch. Και πάλι όμως, και έτσι έριχνε σαγόνια. Φανταστείτε με ray-tracing στο ”On”.
Αρχικά να αναφέρω πως η ποικιλία στα περιβάλλοντα είναι η μέρα με την νύχτα, ανάμεσα στα πρώτα δύο παιχνίδια.
Έχουν εισαχθεί αρκετά νέα open-world στοιχεία, αλλά το παιχνίδι δεν είναι open-world, συνεχίζει να είναι μία γραμμική εμπειρία, με αρκετά κενά για εξερεύνηση. Οι σκιές, οι υφές, τα καιρικά φαινόμενα, οι πέτρες στη γη, τα κτίρια, τα φυτά όλα υπάγονται σε αυτό που μπορούμε να πούμε ”Ορίστε, η νέα γενιά”. Ναι, το Requiem είναι το πραγματικά το πρώτο next-gen παιχνίδι, από τότε που κυκλοφόρησαν τα XBOX Series X/S και PlayStation 5.
Εκπληκτική αναβάθμιση και στα μοντέλα των χαρακτήρων, τα πρόσωπα, τις εκφράσεις τους, το lip-sync, το οποίο σχολιάστηκε αρκετά στο Innocence (ότι ήταν κακό και ασυγχρόνιστο). Είναι μία τεράστια παραγωγή κακά τα ψέματα και το καταλαβαίνεις από το πρώτο cinematic, από την πρώτη στιγμή που το παιχνίδι σου δίνει τον χειρισμό.
H φωτογραφία και η χρωματική παλέτα του παιχνιδιού έρχεται να αποδώσει εκατό τις εκατό την Γαλλία του 14ου. Υπάρχει μία ”χρωματική” αντίθεση στο παιχνίδι, από την μία το μαύρο-γκρίζο σκηνικό και τις κατάμαυρες ορδές αρουραίων, από την άλλη η πλούσια βλάστηση, τα πολύχρωμα λουλούδια, οι υπαίθριες αγορές και το βαθύ γαλάζιο της Μεσογείου.
Πως να το πω… νοιώθεις την αγάπη για το μέρος σε κάθε σου βήμα. Είναι σαν μια ιστορική καρτ ποστάλ από τη Γαλλία ή ένα μάθημα ιστορίας. Υπήρχε μια στιγμή, που βρίσκω προσκυνητές κατασκηνωμένους σε ένα δάσος και περιφέρομαι στο στρατόπεδο τους, σκοντάφτοντας πάνω σε χήνες και παιδιά να τις κυνηγούν, και βλέπω ανθρώπους να συζητούν και να ανταλλάσσουν τα εμπορεύματά τους, και νιώθω σαν να βρίσκομαι εκεί, στη Γαλλία του 14ου αιώνα…
Να μιλήσουμε και για την μουσική και τον ηχητικό τομέα, που εδώ έχουμε εκπληκτικά πράγματα επίσης. Ο ήχος βιολιού ο οποίος συνάδει με την εποχή, παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο με επικές μελωδίες να αναβαθμίζουν στο έπακρο την εμπειρία και μουσικά θέματα, τα οποία πραγματικά με κάνανε να ανατριχιάσω. Φαίνεται πως και εδώ, η Asobo έχει δουλέψει και την πιο μικρή λεπτομέρεια.
Eν κατακλείδι…
Το A Plague Tale: Requiem, είναι ο ορισμός του sequel. Είναι αυτό που περιμένεις από ένα sequel. Κάνει τα πάντα καλύτερα και προσθέτει πράγματα στην υπάρχου συνταγή. Τόσο σε gameplay όσο και φυσικά στην ιστορία της Amicia και του Hugo. Ενδεχομένως σε σημεία, κάποια πράγματα να γίνονται επαναλαμβανόμενα, αλλά το κενό μεταξύ τους είναι μεγάλο, που δε σε οδηγούν σε καμία περίπτωση σε βαρεμάρα. Νομίζω πως το Requiem αποτελεί την αφετηρία μιας λαμπρής πορείας, την οποία μπορεί από εδώ και πέρα να έχει το χαρισματικό studio της Asobo, κάτι το οποίο φυσικά είχαμε δει από το Innocence, αλλά μπήκε και η επίσημη σφραγίδα.
Ένα νέο μεγάλο studio γεννιέται, παρέα με ένα franchise το οποίο πιστεύω πως θα αγαπηθεί διότι τα αδέρφια de Rune, ήρθαν για να μείνουν.
Το A Plague Tale: Requiem, αναμένεται στις 18 Οκτωβρίου για Xbox Series X|S, PlayStation 5 και PC, ενώ θα διατεθεί και από την πρώτη ημέρα κυκλοφορίας του και στο XBOX-PC Game Pass.
Ευχαριστούμε την AVE για την παραχώρηση του παιχνιδιού, ώστε να επιτευχθεί το Review.